Κι αν ο Παράδεισος σε σένα παίρνει σάρκα
κι οστά στα μάτια σου που είναι ουρανοί
η κρύα Κόλαση ξανάρχεται εμπρός μου
σαν μου στερείς την όψη σου και τη φωνή.
Κι αν άγγελοι λευκοί στα χείλη σου φωλιάζουν
που υμνούν της ομορφιάς το μαύρο φως
Δαίμονες γίνονται οι λέξεις και μ’ αρπάζουν
όταν το “όχι” ή το “δεν” και πάλι μου το πεις.
Κι αν το άπειρο στα δάχτυλά σου κλείνεις,
κι αν δεν αφήνεις τη ζωή να σε χαρεί,
κι αν την αγάπη “ανάγκη” την προφέρεις,