Στη βροχή δε μιλάς
Δε θα σ’ ακούσει
Ούτε αυτή
Στη βροχή αφουγκράζεσαι
Τις σταγόνες στις τέντες
Μιας εργατικής συνοικίας
Στήνεις αυτί
Για τον περαστικό
Που σηκώνει το γιακά του
Όπως άλλος σηκώνει
Το ποτό
Σιωπάς
Κι ακούγονται γλέντια
Στα ταβερνάκια του Σαββατόβραδου
Στη βροχή
Ανοίγεις τις παλάμες
Και σου λέει τη μοίρα
Σαν ξεδοντιάρα γύφτισσα
Έπειτα της πετάς
Ένα κέρμα.
Μέχρι να κατέβει
Έχεις διαλέξει.
Τη βροχή.